Όταν Θυμάσαι, Ξεχνάς: Πώς Λειτουργεί η Μνήμη μας
Μήπως σου έχει τύχει να διαβάζεις για ένα διαγώνισμα, να θυμάσαι τέλεια μία μέθοδο ή ένα γεγονός, αλλά μετά να δυσκολεύεσαι να θυμηθείς κάτι άλλο από το ίδιο κεφάλαιο; Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν διάβασες καλά! Είναι πιθανό να έχεις βιώσει το φαινόμενο Retrieval-Induced Forgetting (RIF), δηλαδή την «προκλητή λήθη μέσω ανάκλησης» (δεν υπάρχει επίσημη ελληνική ορολογία).
Σύμφωνα με έρευνες των Anderson και συνεργάτες (1994; 2003, όπως αναφέρεται στο Pica et al., 2018), αυτό το φαινόμενο εξηγεί γιατί όταν θυμόμαστε έντονα κάποιες πληροφορίες, δυσκολευόμαστε να ανακαλέσουμε άλλες σχετικές. Και, όπως δείχνουν έρευνες, τα κίνητρα και οι στόχοι μας επηρεάζουν το τι θυμόμαστε και τι ξεχνάμε.
Τι είναι το Retrieval-Induced Forgetting;
Το RIF συμβαίνει όταν η προσπάθεια ανάκλησης κάποιων πληροφοριών από τη μνήμη μας κάνει δυσκολότερη την ανάκληση άλλων (Pica et al., 2018).
Για παράδειγμα:
Φαντάσου ότι διαβάζεις Γεωγραφία για ένα διαγώνισμα και μαθαίνεις για τα ποτάμια της Ευρώπης. Εστιάζεις στο Ρήνο, γιατί ξέρεις ότι είναι πιθανό να το ρωτήσουν. Την επόμενη μέρα θυμάσαι όλες τις λεπτομέρειες για τον Ρήνο, αλλά δυσκολεύεσαι να θυμηθείς για τον Δούναβη. Αυτό είναι το RIF σε δράση!
Όπως εξηγούν στην έρευνά τους οι Pica et al. (2018), το φαινόμενο λειτουργεί σαν ένας μηχανισμός προστασίας: βοηθά το μυαλό να επικεντρώνεται σε ό,τι θεωρεί σημαντικό και να «ξεφορτώνεται» περιττές πληροφορίες που μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση.
Η σχέση του RIF με τα κίνητρα
Έρευνα του Storm (2011, όπως αναφέρεται στο Pica et al, 2018) δείχνει ότι τα κίνητρά μας επηρεάζουν το RIF. Αν θέλεις να πετύχεις κάτι συγκεκριμένο – για παράδειγμα, να γράψεις καλά σε ένα διαγώνισμα – ο εγκέφαλός σου θα κάνει ό,τι μπορεί για να διατηρήσει χρήσιμες πληροφορίες και να «ξεχάσει» τις άχρηστες.
Αλλά εδώ υπάρχει μια παγίδα: Αν αυτό που «ξεχνάς» είναι επίσης σημαντικό, μπορεί να χάσεις πολύτιμες γνώσεις. Για παράδειγμα, αν δώσεις όλη την προσοχή σου σε ένα κεφάλαιο της Ιστορίας, ίσως να ξεχάσεις άλλα, εξίσου σημαντικά (Pica et al., 2018).
Πώς επηρεάζει το RIF τη σχολική ζωή;
- Διαγώνισμα στα Μαθηματικά: Ας πούμε ότι μαθαίνεις δύο μεθόδους για την επίλυση εξισώσεων. Αν εξασκηθείς πολύ στη μία, μπορεί να θυμάσαι τέλεια τα βήματά της, αλλά να ξεχάσεις τη δεύτερη.
- Εκμάθηση Γλωσσών: Αν μαθαίνεις μια λίστα με λέξεις στα Αγγλικά και κάνεις εξάσκηση μόνο σε κάποιες από αυτές, υπάρχει πιθανότητα να ξεχάσεις τις υπόλοιπες.
Πώς να αντιμετωπίσεις το RIF;
Υπάρχουν τρόποι να αποφύγεις τις παγίδες του RIF και να αξιοποιήσεις τη μνήμη σου καλύτερα:
- Εξάσκηση σε όλα: Αντί να εστιάζεις υπερβολικά σε ένα θέμα, αφιέρωσε χρόνο για να επαναλάβεις όλη την ύλη. Χρησιμοποίησε λίστες και ερωτήσεις τύπου «quiz».
- Παράδειγμα: Αν διαβάζεις για τις πρωτεύουσες της Ευρώπης, κάνε μια λίστα και προσπάθησε να θυμηθείς όλες τις χώρες.
- Διαλείμματα: Όταν διαβάζεις συνεχόμενα για ώρες, η μνήμη σου «κολλάει». Κάνε διαλείμματα κάθε 30-45 λεπτά για να δώσεις χρόνο στο μυαλό να επεξεργαστεί τις πληροφορίες.
- Μικροί στόχοι: Σπάσε την ύλη σε μικρά κομμάτια και δούλεψέ τα ένα-ένα. Αυτό μειώνει την πιθανότητα να ξεχάσεις μεγάλα τμήματα πληροφοριών.
- Επαναλήψεις με διαφορετικούς τρόπους: Αντί να διαβάζεις το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά, προσπάθησε να εξηγήσεις ό,τι έμαθες σε έναν φίλο. Όταν χρησιμοποιείς τη μνήμη σου ενεργά, μειώνεις την πιθανότητα RIF.
Γιατί έχει σημασία;
Κατανοώντας πώς λειτουργεί η μνήμη σου, μπορείς να διαβάζεις πιο αποτελεσματικά και να πετυχαίνεις τους στόχους σου. Το RIF είναι ένας μηχανισμός που μας προστατεύει από το να μπερδευόμαστε, αλλά με κατάλληλες στρατηγικές μπορείς να το ξεπεράσεις και να αποδώσεις καλύτερα (Pica et al., 2018).
Άρα, την επόμενη φορά που θα προετοιμάζεσαι για ένα διαγώνισμα, θυμήσου: Το να θυμάσαι κάτι τέλεια δεν σημαίνει ότι τα θυμάσαι όλα. Φρόντισε να δίνεις προσοχή σε όλη την ύλη και να οργανώνεις σωστά τη μελέτη σου!
Βιβλιογραφία
Pica, G., Chernikova, M., Pierro A, Giannini, A.M., Kruglanski, A.W. (2018). Retrieval-Induced Forgetting as Motivated Cognition. Front. Psychol. 9:2030. DOI: 10.3389/fpsyg.2018.02030. https://www.frontiersin.org/journals/psychology/articles/10.3389/fpsyg.2018.02030/full